Εδώ και λίγες δεκαετίες οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας, έχοντας αντιληφθεί ότι η διαμεσολάβησή τους για την υποτιθέμενη βελτίωση των όρων διαβίωσης αποδείχτηκε εντελώς περιττή, αν όχι και επιζήμια, για την εξασφάλιση της στοιχειώδους συναίνεσης αναγκάστηκαν να επινοήσουν κάποιους άλλους λόγους για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους. Αφού παραχώρησαν τον έλεγχο της οικονομίας στις αγορές και τους τραπεζίτες (οι ειδικοί τη προηγούμενης “κρίσης”), το έριξαν στο νταβατζιλίκι. Θα καμώνονταν από εδώ και πέρα πως προστατεύουν τους υπηκόους τους από ένα σωρό κινδύνους, επιστρατεύοντας κάθε φορά τους αντίστοιχους ειδικούς. Για να γίνει πιο εύπεπτη αυτή η διαδικασία εγκαταστάθηκε ένα ισχυρό πεδίο τρόμου όπου διάφορες ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες και διαδίκτυο αναλαμβάνουν τη χορήγηση καθημερινών επαναληπτικών δόσεων, προκειμένου να παραμένουμε συντονισμένοι στο πεδίο αυτό. Σκοπός του παρόντος δεν είναι να αποκαλύψει κάποιες μυστικές συνωμοσίες που οργανώνονται πίσω από την πλάτη μας, αλλά να υπενθυμίσει τις προφανείς διαδικασίες που γεννούν αυτή τη νέα πραγματικότητα, να απαξιώσει τη θέση και την εξουσία των κάθε είδους ειδικών, αναδεικνύοντας τις παλινωδίες, τις αντιφάσεις και ενίοτε την άγνοιά τους και εκτιμώντας, τέλος, ότι ο Sars Cov2 και η ασθένεια που προκαλεί (Covid-19) δεν είναι ούτε η αιτία ούτε η αφορμή, αλλά ο καταλύτης για τη μετάβαση αυτή.
Πειθάρχηση και τιμωρία. Δημόσια υγεία όπως λέμε δημόσια τάξη
Είναι προφανές ότι η διαχείριση της πανδημίας ποντάρει κυρίως στην επέκταση του κλίματος ανασφάλειας, που ούτως ή άλλως δέσποζε τις τελευταίες δεκαετίες. Ο νέος κορωνοϊός έρχεται να διαδεχθεί ένα πλήθος απειλών (κλιματική αλλαγή, τρομοκρατία, οικονομική κρίση) και πληρεί όλα τα κριτήρια, ώστε να εγκατασταθεί στις ζωές μας ως ένα πεδίο φόβου καθολικό και οριζόντιο. Οι πολίτες, για να αισθανθούν πιο ασφαλείς, είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος της ελευθερίας τους, υιοθετώντας λογικές αμυντικής θωράκισης. Οι μάσκες και τα αντισηπτικά, τα γάντια –για όσους θυμούνται– αποτελούν μια πρόφαση ασφάλειας, αυξάνοντας, όμως, τη γενικευμένη παράνοια και δίνοντας έτσι υλική υπόσταση στον φόβο που διαρκώς αναπαράγεται σε ένα φαύλο κύκλο.
Από τη πρώτη στιγμή που οι μικροοργανισμοί έγιναν ορατοί με τη βοήθεια του μικροσκοπίου η ιατρική είδε σε αυτούς ένα νέο πεδίο μάχης, αόρατο δια γυμνού οφθαλμού, όπου θα μπορούσε να ηγηθεί του στρατηγικού της σχεδιασμού. Η ίδια αυτή αντίληψη εξακολουθεί, εν μέρει, να αναπαράγεται μέχρι σήμερα, αντιμετωπίζοντας την υγεία ως μια προσωρινή συνθηκολόγηση με τους “αόρατους” και “ύπουλους” εχθρούς μας.
Η υπεραπλουστευτική αφήγηση του καλού έναντι του κακού, που επιστρατεύεται πριν από κάθε πολεμική επιχείρηση, χρησιμοποιήθηκε αυτούσια, ώστε να εμπλακούμε σε αυτό το νέο παγκόσμιο μέτωπο. Οι επιστήμονες βιάστηκαν να συγκαλύψουν την άγνοιά τους, ψελλίζοντας ασυναρτησίες τις οποίες τα ΜΜΕ διέσπειραν αφηνιασμένα. Η άγνοιά τους ερμηνεύτηκε ως “έλλειψη δεδομένων”, ενώ η καχυποψία των υπολοίπων ως “θεωρίες συνωμοσίας”. Τελικά, μετά τους πρώτους μήνες οι επιστήμονες αποφάνθηκαν: αποστάσεις, μάσκες και καραντίνα. Θα μπορούσαν να συμπληρώσουν: βιταμίνες, ξεκούραση και καθαρό αέρα˙ είναι όμως προφανές, πως το δεύτερο σετάκι δεν έχει καμία πολιτική χρησιμότητα. Οι κανόνες συμπεριφοράς που μας επιβλήθηκαν στοχεύουν, κυρίως, στη συμμόρφωσή μας. Η χρήση της μάσκας, όταν προαυλιζόμαστε δίχως να έρθουμε καν σε οπτική επαφή με άλλον άνθρωπο είναι επιστημονικά γελοία, ενάντια σε κάθε λογική, αλλά δικαιολογείται πολιτικά ως ένα συμβολικό μέτρο. Δεν πρόκειται βέβαια για συνωμοσία, αλλά για εξόφθαλμη υποτίμηση της νοημοσύνης μας. Η διαχείριση και αυτής της κρίσης, όπως και της προηγούμενης, βασίζεται σε μια τεχνοκρατική αντίληψη που θέτει κάποιους στόχους – αριθμούς τους οποίους πρέπει να προσεγγίσουμε για να χαλαρώσει το λουρί στο σβέρκο μας. Όταν οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται, νέα αυστηρότερα μέτρα έρχονται σαν ηλεκτροσόκ στα εκπαιδευόμενα αντανακλαστικά μας. Έτσι, γινόμαστε εμείς οι υπεύθυνοι για την αποτυχία της πολιτικής τους. Αν τα κρούσματα δεν πέφτουν, είναι βέβαιο πως φταίει το ότι καλοπερνάμε ψαρεύοντας, κολυμπώντας, χορεύοντας και τραγουδώντας…
Η υγεία μας, προφανώς, δεν αποτελεί προτεραιότητα για το κράτος και το κεφάλαιο πόσο μάλλον όταν η αρρώστια μας μπορεί και παράγει κέρδος. Όταν όμως μιλάμε για δημόσια υγεία, τότε τους πέφτει λόγος, κυρίως όμως, πέφτει ράβδος. Η δημόσια υγεία δεν είναι μέτρο της υγείας των υπηκόων ενός κράτους, αλλά μάλλον ένας απρόσωπος δείκτης που εμφανίζεται σχεδόν πάντα με κάποιο είδος απειλής, ένας συναγερμός που κινητοποιεί τα κοινωνικά αντανακλαστικά της αγέλης και, συνάμα, μια αφορμή για το κράτος να ξεδιπλώσει ένα από τα λιγοστά ταλέντα που διαθέτει: την επιβολή της τάξης.
Εν τούτω νίκα…
Η χοντροκομμένη συμμετοχή των επιστημόνων στη διαχείριση της κρίσης με αφορμή τον κορωνοϊό και συγκεκριμένα η συμβολή τους στη χάραξη πολιτικής και στην εφαρμογή των κανόνων που μας επιβάλλονται φανερώνει τις εκτελεστικές προεκτάσεις της εξουσίας τους, φέρνοντας συνειρμικά στο νου τις αντίστοιχες εξουσίες του πάπα μερικούς αιώνες πιο πριν. Τότε, ο σταυρός θέριζε τους ιθαγενείς, η πυρά εξάγνιζε τις παραστρατημένες ψυχές, ενώ η πανούκλα χτυπούσε εξαιτίας των Εβραίων… Η εκκλησία αποκαθηλώθηκε σταδιακά από τη δεσποτική θέση που κατείχε, όπως και η γη έπαψε να είναι το κέντρο του σύμπαντος, ενώ η θεωρία του Δαρβίνου καπέλωσε ανεπανόρθωτα την παλαιά διαθήκη.
Η επιστήμη κατάφερε να γεμίσει το κενό εξουσίας που έχασκε γύρω από τους άρχοντες του κόσμου, εγκαθιδρύοντας το νέο δόγμα που έμελλε να μας καθοδηγεί από εκεί και έπειτα. Ο ορθολογισμός, εκτός από δόγμα της σύγχρονης επιστήμης, αποτελεί και τον γενικό κανόνα για τις σκέψεις και τις πράξεις μας. Αν κατά την περίοδο του διαφωτισμού η ορθή λογική αποτέλεσε το σύμβολο της απελευθέρωσης από τις ανόητες αφηγήσεις και τις αρρωστημένες πρακτικές της εκκλησίας, έφτασε στις μέρες μας να είναι το νέο “εν τούτω νίκα”: νυστέρι, προφυλακτικό, χάπι για τον ύπνο, δακρυγόνο, εμβόλιο για την ανοησία και, το σημαντικότερο, δε χρειάζεται η ορθή λογική να είναι πάντα παρούσα από τη στιγμή που μας φανερώθηκε μία φορά. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα θαύμα και η τυφλή πίστη κάνει την ίδια δουλειά παντού. Η αναγωγή της ορθής λογικής από βασικό εργαλείο της ανθρώπινης διανόησης σε σύμβολο τυφλής πίστης είχε ως πρόθεση (και ως αποτέλεσμα δυστυχώς) την επικυριαρχία της σε όλα τα πεδία της γνώσης και τη συγκρότηση ενός νέου ισχυρού ιερατείου. Όμως, η επιστήμη δεν είναι ιερή. Σύμφωνα με τον Feyerabend, η επικράτηση της έναντι άλλων συστημάτων εξήγησης του κόσμου –όχι απαραίτητα καλύτερων, οφείλουμε να πούμε– επιτεύχθηκε με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ο Χριστιανισμός κατέκτησε τους ιθαγενείς του νέου κόσμου και κατορθώνει να συντηρείται επειδή η κυρίαρχη προπαγάνδα λειτουργεί προς όφελός της.
Στη σύγχρονη καπιταλιστική πραγματικότητα, επιστήμη και τεχνολογία χρηματοδοτούνται αδρά, εξυπηρετώντας ένα σωρό οικονομικά συμφέροντα και εξαργυρώνοντας τα επιτεύγματά τους με τη συμμετοχή τους στο σύστημα της εξουσίας. Έτσι, κράτος και επιστήμη πορεύονται αγκαζέ, ως δεκανίκια του κεφαλαίου ή σαν μια τριγωνική στήριξη όπου το βάρος μετατοπίζεται κατά τέτοιον τρόπο προκειμένου να μην καταρρεύσει το όλο οικοδόμημα. Η προπαγάνδα, είτε ως μέσο προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών, είτε ως τρομοκρατία, αντιπερισπασμός και λογοκρισία (όταν η συκοφαντία δεν επαρκεί), αποτελεί το διαχρονικό εργαλείο μαζικής ύπνωσης και αφύπνισης. Οι πληρωμένες έρευνες στον τομέα της φαρμακοβιομηχανίας, η ξεπουλημένη ενημέρωση των ΜΜΕ υπό κρατική επιχορήγηση, η λογοκρισία στο διαδίκτυο εκ μέρους των μεγάλων εταιρειών (google, amazon, facebook), ξεφτιλίζουν καθημερινά το μύθο της ανεξάρτητης ενημέρωσης και της αμερόληπτης επιστήμης.
Με δεδομένη την αναμενόμενη καθολική επικράτηση του διαδικτύου ως μέσου πληροφόρησης, η παγκοσμιοποιημένη προπαγάνδα έχει επενδύσει αρκετά, ώστε να διασφαλίσει τον έλεγχο των πληροφοριών, στοχεύοντας στην ίδια-μία απάντηση για κάθε ερώτηση και σε μια “επικυρωμένη” αλήθεια ανάμεσα σε άπειρες πλάνες. Διαδικτυακές εγκυκλοπαίδειες νοθεύουν επιλεκτικά τις διάφορες ερμηνείες και ορισμούς, ενώ οι διορισμένοι λογοκριτές (fact checkers) ελέγχουν κάθε ύποπτη πληροφορία δίνοντας έμφαση στην επιστήμη και αφήνοντας να εννοηθεί πως αντιστέκονται σε μια πανδημία ψευδών ειδήσεων και, αφού οι άνθρωποι είναι επιρρεπείς σε κάθε είδους μπαρούφες, προσφέρονται να γίνουν αυτοί οι ίδιοι οι παρωπίδες τους. Η αμφισβήτηση του εκάστοτε πλαισίου, ως αναγκαία συνθήκη κάθε εξέλιξης, παραχωρεί τη θέση της σε μια μονοκαλλιέργεια ιδεών και απόψεων. Αντίστοιχα, όποιος εκφράζει τις αντιρρήσεις του δημόσια απομονώνεται στη διαδικτυακή του καραντίνα για να μη μολύνει και τους υπόλοιπους. Από ό,τι φαίνεται, πάντως, παρά τα αυστηρά μέτρα, ο αριθμός των συνολικών κρουσμάτων που ψεκάστηκαν με κάποια επικίνδυνη πληροφορία παραμένει υψηλός, αν κρίνουμε από την πρόθεση εμβολιασμού. Η καχυποψία των υπηκόων είναι τέτοια που, ακόμη, και αν έβλεπαν όλους τους αρχηγούς των κρατών να τρυπιούνται μανιωδώς, θα προτιμούσαν να πιστέψουν πως εμβολιάζονται με εμβόλια-πλασέμπο.
Ιατρική επιστήμη και ολοκληρωτισμός. Η υγιεινή διαστροφή
Στις δίκες των ναζί γιατρών στα πλαίσια της δίκης της Νυρεμβέργης, μετά το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, μερικοί από τους πρωταγωνιστές της φρικωδίας υπερασπίστηκαν τα πεπραγμένα τους γύρω από τον άξονα της “πολύτιμης” για την ανθρωπότητα νεοαποκτηθείσας επιστημονικής γνώσης. Στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα δεν υπάρχει ομοφωνία όσον αφορά την αξία της ναζιστικής έρευνας στο πεδίο της ιατρικής, με εξαίρεση ίσως τα κομμάτια της έρευνας για τις αντοχές του ανθρώπινου σώματος σε διάφορες ακραίες συνθήκες. Ωστόσο, πολλοί από τους επιστήμονες του 3ου Ραιχ πήραν μεταγραφή, κυρίως, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ενώ κάποιους δευτεροκλασάτους εξασφάλισε και η ΕΣΣΔ, γεγονός που αναδεικνύει το ενδιαφέρον της Δύσης για τις επιστημονικές έρευνες των ναζί. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, έχει ένα άλλο επιχείρημα που επικαλέστηκαν οι ναζί γιατροί, ότι η πολιτική των στειρώσεων στα πλαίσια της Ευγονικής (και άρα της “βελτίωσης” των ανθρωπίνων χαρακτηριστικών) είχε ήδη εφαρμοστεί στην Αμερική λίγες δεκαετίες πιο πριν.
Η βλακώδης επιστημονική δοξασία πίσω από αυτή την ιδέα είναι απλή: αν κάποιος είναι φτωχός και άσχημος σίγουρα θα είναι και μοχθηρός. Η εξήγηση ακόμα απλούστερη: για το κακό του ριζικό φταίει το κληρονομικό (τα γονίδια δηλαδή). Έτσι, λοιπόν, τους στειρώνουμε σε πρώτη φάση, τους εξολοθρεύουμε μετά (σημειωτέον, η θανάτωση των “εγκληματιών” με τη χρήση θανατηφόρων αερίων ήταν αμερικάνικη ιδέα). Δεν ήταν όμως οι συνθήκες κατάλληλες για να εφαρμοστούν σε τέτοιο βαθμό και με τόση μεθοδολογική ακρίβεια τα διάφορα προγράμματα ευγονικής (στείρωση, ευθανασία, γενοκτονία), όπως αυτά οργανώθηκαν και εκτελέστηκαν από τους ναζί. Η προσπάθεια δόμησης της κοινωνίας με βασικό δόγμα τον βιολογικό ντετερμινισμό και στόχο την επικράτηση των “καλύτερων”, συνδυάστηκε με τη θυσία στο βωμό της επιστημονικής έρευνας ανθρώπων από τις δεξαμενές των “άχρηστων” κοινωνικά, “κατώτερων” φυλετικά και “επικίνδυνων” πολιτικά.
Η καταδίκη των ναζί γιατρών συνοδεύτηκε από μια έγγραφη απόπειρα προσδιορισμού των δικαιωμάτων των υποκειμένων που συμμετέχουν σε “πειράματα με ανθρώπους” (human experimentation) αλλά, και της ευθύνης που βαρύνει τους διοργανωτές των “πειραμάτων” αυτών. Ο κώδικας της Νυρεμβέργης (1947) εστιάζει στο ζήτημα της συναίνεσης και απευθύνεται στην “κοινωνία των ανθρώπων”. Μερικά χρόνια αργότερα, στη διακήρυξη του Ελσίνκι (1964), τα “πειράματα σε ανθρώπους” μετονομάζονται σε “κλινικές έρευνες”. Η διακήρυξη αυτή, με τις διαδοχικές αναθεωρήσεις της, απευθύνεται σε όσους διοργανώνουν κλινικές έρευνες και συνοψίζει κάποιες αρχές δεοντολογίας με στόχο την παροχή κατευθυντήριων οδηγιών.
Τόσο ο κώδικας της Νυρεμβέργης όσο και οι διάφορες διακηρύξεις της παγκόσμιας ιατρικής ένωσης, ενώ αποτελούν θεμελιώδη κείμενα για τη βιοηθική, στερούνται νομικής ισχύος και δεν είναι με κανένα τρόπο δεσμευτικές για τη διεξαγωγή έρευνας. Είναι δηλαδή κάτι σαν τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΗΕ όταν εμπλέκεται σε ειρηνευτικές διαδικασίες. Τα παραδείγματα παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων των ανθρώπων που συμμετείχαν σε ιατρικά πειράματα, ακόμα και χωρίς να το γνωρίζουν, είναι αμέτρητα, ενώ πολλά έλαβαν χώρα μετά τη διατύπωση του κωδικά της Νυρεμβέργης. Από τα πειράματα της CIA σε συνεργασία με πανεπιστήμια και φυλακές όπου οι διάφοροι επιστήμονες εξερεύνησαν ανέμελα τα ψυχολογικά και σωματικά όρια στην κακοποίηση, την αισθητηριακή απομόνωση και τη χορήγηση διαφόρων ψυχοδραστικών ουσιών, μέχρι τα εμβόλια που παρασκευάστηκαν για να δοκιμαστούν αρχικά σε μωρά φυλακισμένων γυναικών, ορφανά παιδιά και άτομα με νοητική υστέρηση, οι ιατροί συχνά αποδείχθηκαν αντάξιοι των ναζί συναδέλφων τους.
Ο όρος ευγονική μετά τις δίκες της Νυρεμβέργης ξέπεσε, παρόλο που σε μερικές χώρες τα προγράμματα στειρώσεων συνεχίστηκαν (όπως στη Σουηδία μεχρι το 1975). Όμως, οι ιδέες της εξακολουθούν να ξεχειμωνιάζουν σε λιγότερο φορτισμένες έννοιες, όπως προγεννητικός έλεγχος, γονιδιακές θεραπείες, βλαστοκύτταρα και απεργάζονται συγχρόνως την εξοικείωση μας με το γενετικά τροποποιημένο μέλλον (μιας και οι εταιρείες κοπτικής ραπτικής του DNA και οι πατενταρισμένοι φρακενστάιν οργανισμοί που προορίζονται για τη σίτιση μας δυσκολεύονται να πείσουν για τα αγνά κίνητρα που μας σερβίρουν). Ενώ η συζήτηση για τα ζητήματα βιοηθικής συνεχίζεται αμέριμνα με στόχο τις ακριβέστερες διατυπώσεις στο διαρκώς μεταβαλλόμενο πολιτισμικό πλαίσιο, η συναίνεση εξακολουθεί να πηγαίνει περίπατο μαζί με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Το νέο εμβόλιο για την κόβιντ, που αργά ή γρήγορα θα κάνει πρεμιέρα στη ζωή μας, θα επαναφέρει πανηγυρικά το ζήτημα της ελεύθερης επιλογής απέναντι στο ρίσκο, αντιπαραβάλλοντάς το με την ατομική και κοινωνική ευθύνη. Μια νέα εκστρατεία τρόμου θα προσγειωθεί μαζί με την αντίστοιχη νομοθετική ράβδο στο κεφάλι μας. Άλλωστε, το ζήτημα των εμβολίων είναι εδώ και χρόνια καυτό, σε σχέση από τη μία με την υποχρεωτικότητά τους στα παιδιά και από την άλλη με το δήθεν “αντιεμβολιαστικό κίνημα” που αποτελεί άλλη μια υπεραπλούστευση του κυρίαρχου λόγου και στον οποίο τσουβαλιάζονται μαζί ηθικές, επιστημονικές αντιρρήσεις, φοβικές αντιδράσεις, πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις. Σε κάθε αναζωπύρωση μιας λοιμώδους νόσου οι επιστήμονες δείχνουν τους ανεμβολίαστους, τα ΜΜΕ ζητάνε τα κεφάλια τους και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκόβουν ως πεδίο κανιβαλισμού. Πέρα από την οποιαδήποτε συζήτηση για την αξία των εμβολίων, η εμπιστοσύνη απέναντι στην ιατρική επιστήμη δεν είναι δεδομένη. Αν θεωρούμε ότι “τώρα πια έχουμε φτάσει στο σημείο να γνωρίζουμε…”, την ίδια ακριβώς πλάνη πλήρωσαν οι άνθρωποι έναν αιώνα πριν, όταν η ηρωίνη πουλιόταν στα περίπτερα ως “αντιβηχικό χωρίς τις εθίστηκες ιδιότητες της μορφίνης”, ή μισό αιώνα αργότερα όταν η θαλιδομίδη χορηγούνταν ελεύθερα για τις ναυτίες της εγκυμοσύνης. Αν συνυπολογίσουμε και τη δικαιολογημένη καχυποψία ως προς τα συγκρουόμενα συμφέροντα των φαρμακοβιομηχανιών και τα ζητήματα ηθικής δεοντολογίας, θα έπρεπε, πριν σπεύσουμε να εμβολιαστούμε, τουλάχιστον, να το συζητήσουμε λίγο βρε παιδιά…
Η κρίση συνεχίζεται. Η ζωή;
Κάθε “κρίση” είναι και εν δυνάμει μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Στις συνθήκες αυτές τα κράτη κάνουν τη δουλειά τους καλύτερα ασκώντας εξουσία κεκλεισμένων των θυρών, επιβάλλοντας τη δημόσια τάξη και σκύβοντας ευλαβικά πάνω από τα προβλήματα των αφεντικών.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αναλύσουμε τη σημερινή πραγματικότητα, και μάλλον, κανένας από μόνος του δεν αρκεί για να την εξηγήσει στο σύνολό της. Όπως και στο παρελθόν, το κεφάλαιο μπορεί και αναπαράγεται καταστρέφοντας ένα κομμάτι του ως πλεονάζον. Από αυτή την ανακατανομή κεφαλαίων φαίνεται να επωφελούνται δραματικά οι τομείς της ψηφιακής τεχνολογίας και της ιατρικής-φαρμακευτικής έρευνας/τεχνολογίας. Η σημερινή καθολική επιβολή της ψηφιακής τεχνολογίας δεν είναι μόνο μια καρποφορία του κεφαλαίου άλλα και η ονείρωξη μιας “ουτοπίας” όπως τη συνέλαβαν μερικές δεκαετίες πριν οι κυβερνοπροφήτες της. Σε αυτή τη φαντασίωση οι άνθρωποι, απαλλαγμένοι από τη διεφθαρμένη παραδοσιακή εξουσία ζουν ελεύθερα στο ψηφιακό τους οικοσύστημα, ενώ οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές σφουγγαρίζουν, μαγειρεύουν και απλώνουν βρακιά, φροντίζοντας συγχρόνως και το χρηματιστήριο.
Η παγκόσμια εμμονή των ανθρώπων για σταθερότητα και πλήρη έλεγχο των συνθηκών στα προπαρασκευασμένα περιβάλλοντα, που αρέσκονται να δημιουργούν, έχει δίπλα της, ή μάλλον από πάνω της, το τζίνι που ονειρεύτηκε. Πρόκειται για ένα νέο ολοκληρωτισμό, με λιγότερη φυλετική καθαρότητα, με την περαιτέρω ανάδειξη της “μηχανής” σε βασικό εγγυητή σταθερότητας και με την επιστήμη ως κυρίαρχο εκτελεστικό του όργανο. Σε αυτό το μακάβριο σκηνικό οι συμπεριφορές μας καταγράφονται, αναλύονται και αφοδεύονται ως αριθμοί. Εμείς οι ίδιοι είμαστε τα “νούμερα” που καλλωπίζονται μπροστά στο ψηφιακό τους καθρεφτάκι και οι συνειρμοί μας τίποτα άλλο δεν είναι παρά τετριμμένοι αλγόριθμοι.